Εμμανουήλ, Ιωάννης

Εμμανουήλ, Ιωάννης
Αγωνιστής του 1821. Καταγόταν από τη Χαλκιδική. Υπήρξε από τους πρώτους που προσχώρησαν στην Επανάσταση. Αρχικά πολέμησε στη Μακεδονία και, μετά την καταστολή του κινήματος εκεί, πολέμησε ως οπλαρχηγός στη Στερεά Ελλάδα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Ιωάννης — I (Juan).Όνομα δύο βασιλιάδων της Αραγονίας. 1. I. A’ (1350 – 1395). Βασιλιάς της Αραγονίας (1387 95). Ήταν γιος του Πέτρου Δ’, που άφησε τη διακυβέρνηση του κράτους του στη σύζυγό του, Γιολάνδη. Ο Ι. Α’ προστάτευσε τις τέχνες και τα γράμματα,… …   Dictionary of Greek

  • Εμμανουήλ — I Αρχαίο εβραϊκό όνομα που, στην κυριολεξία, σημαίνει ο Θεός μαζί μας. Το όνομα αυτό αναφέρεται στο βιβλίο του προφήτη Ησαΐα, γνωστό και ως βιβλίο του Εμμανουήλ, και υπήρξε αντικείμενο έντονων συζητήσεων μεταξύ των θεολόγων και των μελετητών των… …   Dictionary of Greek

  • Παπάς, Εμμανουήλ — (Δοβίστα 1772 – Ύδρα 1821). Έμπορος και πατριώτης από τη Δοβίστα (σημερινό Παπά) των Σερρών, μέλος της Φιλικής Εταρείας και πρωτεργάτης της επανάστασης της Χαλκιδικής και του Αγίου Όρους κατά το 1821 Στις αρχές ήδη του 19ου αι. έχει αποκτήσει… …   Dictionary of Greek

  • Βαβούλας, Ιωάννης — Ναυμάχος του 1821 από τη Χίο. Τον Μάιο του 1825 πήρε μέρος (με το πυρπολικό του Εμμανουήλ Μπούτη) στην πυρπόληση τουρκικής κορβέτας στον Καφηρέα. Συνέπραξε επίσης, τον Ιούνιο του 1827, στην πυρπόληση μιας κορβέτας στην Αλεξάνδρεια. Από το όνομά… …   Dictionary of Greek

  • Ζάμπας, Ιωάννης — (Βόνιτσα ; – Άμφισσα 1824). Αγωνιστής του 1821. Ήταν κλέφτης και, μόλις ξέσπασε η Επανάσταση, πήρε μέρος στις πολεμικές επιχειρήσεις στη Στερεά Ελλάδα. Σκοτώθηκε ενώ μαχόταν ηρωικά στην Άμφισσα. Ο αδελφός του, Εμμανουήλ, ο οποίος αγωνιζόταν υπό… …   Dictionary of Greek

  • Λομπάρδος, Εμμανουήλ — (Ρέθυμνο 1598 – 1632). Ζωγράφος. Ο Λ. ή Λαμπράδος είναι ο πιο αξιόλογος από τους τέσσερις Έλληνες ζωγράφους με το ίδιο επώνυμο. Οι άλλοι τρεις είναι ο Πέτρος, ο Ιωακείμ και ο Ιωάννης …   Dictionary of Greek

  • Μαραγκάκης, Εμμανουήλ — Κρητικός εθνικός αγωνιστής με καταγωγή από το χωριό Πανηχώρι του Σελίνου. Τον Μάρτιο του 1817 σκότωσε στο χωριό Ζουρίδω τον γενίτσαρο Εμίν αγά Βέργερη, διαβόητο για τη σκληρότητά του. Μετά από τη δολοφονία αυτή, συνελήφθη στα Χανιά και… …   Dictionary of Greek

  • Φαρμάκης, Ιωάννης — (Μπλάτσι, Δυτική Μακεδονία 1772 – Κωνσταντινούπολη 1821). Φιλικός και οπλαρχηγός. Στην ιδιαίτερη πατρίδα του κατείχε το αρματολίκι της περιοχής και από την οικογένειά του (των Χατζή Φαρμάκηδων) προέρχονταν οι δημογέροντες του χωριού. Μετά την… …   Dictionary of Greek

  • κρήτη — I Νησί (8.331 τ. χλμ., 601.131 κάτ.) της νοτιοανατολικής Μεσογείου, σε απόσταση περίπου 100 χλμ. ΝΑ της Πελοποννήσου. Πρόκειται για το μεγαλύτερο σε έκταση νησί της Ελλάδας (δεύτερο είναι η Εύβοια με έκταση 3.658 τ. χλμ.), το πέμπτο της Μεσογείου …   Dictionary of Greek

  • Liste des membres de l'Académie d'Athènes — Liste des membres de l Académie d Athènes, l académie nationale des Sciences, Humanités et Beaux Arts de Grèce. Liste 1926 (membres fondateurs nommés dans la charte de l Académie) Dimitrios Aeginitis  …   Wikipédia en Français

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”